Ιστορία της κοινωνικής επιχειρηματικότητας
Η κοινωνική επιχειρηματικότητα, οι κοινωνικές επιχειρήσεις και η αλληλέγγυα οικονομία είναι σχετικά νέες έννοιες, αν και η ύπαρξή τους εντοπίζεται σε όλη την ανθρώπινη ιστορία. Μάλιστα, υπήρξαν πολλοί κοινωνικοί επιχειρηματίες που ίδρυσαν κοινωνικές επιχειρήσεις, για να αντιμετωπίσουν κοινωνικά προβλήματα και να επιφέρουν θετική αλλαγή στην κοινωνία από τον 19ο αιώνα και έπειτα.
Στους κοινωνικούς επιχειρηματίες που ενέπνευσαν άλλους να εμπλακούν με την κοινωνική επιχειρηματικότητα περιλαμβάνονται ενδεικτικά ονόματα όπως αυτά της Florence Nightingale, της Βρετανίδας πρωτοπόρου της σύγχρονης νοσηλευτικής, του Ινδού κοινωνικού μεταρρυθμιστή Vinoba Bhave, της πρωτοπόρου στον εκπαιδευτικό τομέα Maria Montessori και της Αμερικανίδας κοινωνικής μεταρρυθμίστριας Susan B. Anthony.
Η κοινωνική επιχειρηματικότητα διαδόθηκε παγκοσμίως τη δεκαετία του 1960 μετά την ίδρυση της Grameen Bank από τον μετέπειτα βραβευθέντα με το Νόμπελ Ειρήνης Muhammad Yunus. Ο Yunus ανέπτυξε και εφάρμοσε τις πρακτικές της μικροπίστωσης (microcredit) και της μικροχρηματοδότησης (microfinance) και η τράπεζά του στόχευε στη δημιουργία οικονομικών και κοινωνικών ευκαιριών για τους φτωχούς, και ιδίως για τις γυναίκες, μέσω της χορήγησης μικρών δανείων και εγγυήσεων. Σύντομα, η ίδρυση και η δράση οργανισμών, όπως η Ashoka, η Youth United και άλλες, εδραίωσαν ένα αρχικό οικοσύστημα κοινωνικών επιχείρησεων.
Κατά την τελευταία εικοσαετία, η κοινωνική επιχειρηματικότητα αναγνωρίζεται πλέον ως ένα σημαντικό κομμάτι του επιχειρηματικού κόσμου, ως ξεχωριστός κλάδος των σπουδών στο management και οι κοινωνικές επιχειρήσεις θεωρούνται από πολλούς ως η πιο ενδεδειγμένη λύση σε πληθώρα κοινωνικών προβλημάτων. Σε αυτήν την εξέλιξη έχει συνεισφέρει η γενικότερη αναγνώριση της βιωσιμότητας από κράτη και διεθνείς οργανισμούς ως της πρωταρχικής πρόκλησης που αντιμετωπίζουν οι σύγχρονες κοινωνίες.
Κατά την ίδια περίοδο, ο όρος της κοινωνικής επιχειρηματικότητας έχει εισέλθει στον ακαδημαϊκό διάλογο, με πολλούς οργανισμούς να την προωθούν παρέχοντας στοιχεία πετυχημένων κοινωνικών επιχειρήσεων (Bornstein 2004) και αρκετούς ερευνητές να δημοσιεύουν ευρήματα σχετικά με την αποτελεσματικότητα των κοινωνικών επιχειρήσεων στην αντιμετώπιση κοινωνικών προβλημάτων (Cardella et al 2021, Short et al 2009). Έτσι, η κοινωνική επιχειρηματικότητα έχει αναγνωριστεί ως ένας ισχυρός μηχανισμός αντιμετώπισης της φτώχειας (Bloom 2009; Ghauri, Tasavoriand Zaefarian, 2014), της ισχυροποίησης των γυναικών (Datta and Gailey 2012) και ως σημαντικός φορέας κοινωνικού μετασχηματισμού (Alvord, Brown, and Letts 2004), ανάπτυξης χωρίς αποκλεισμούς σε αγορές χαμηλού εισοδήματος (Ansari, Munirand Gregg 2012; Azmat, Ferdousand Couchman 2015) και θεσμικής αλλαγής (Nicholls 2008).
Ένα εναλλακτικό επιχειρηματικό οικοσύστημα
Η κοινωνική επιχειρηματικότητα αποτελεί ένα υποσύστημα ενός εναλλακτικού/συμπληρωματικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος που διαμορφώνεται εν μέσω ραγδαίων παγκόσμιων παραγωγικών, τεχνολογικών και αναπτυξιακών ανακατατάξεων. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει την κοινωνική επιχειρηματικότητα, τις κοινωνικά υπεύθυνες επενδύσεις και τις περιβαλλοντικές, κοινωνικές και διοικητικές επενδύσεις.
Στις κοινωνικά υπεύθυνες επενδύσεις περιλαμβάνονται πρακτικές επένδυσης σε εταιρίες με θετικό κοινωνικό αποτύπωμα. Οι κοινωνικά υπεύθυνοι επενδυτές προσπαθούν να αγνοούν επενδυτικές ευκαιρίες που αφορούν εταιρίες που παράγουν ή πωλούν εθιστικές ουσίες (όπως το αλκοόλ, ο καπνός και τα τυχερά παιχνίδια) προς όφελος ευκαιριών που προσφέρονται από εταιρίες που δραστηριοποιούνται σε τομείς, όπως η κοινωνική δικαιοσύνη, η περιβαλλοντική βιωσιμότητα, η εναλλακτική ενέργεια και η καθαρή τεχνολογία.
Οι κοινωνικά ευαίσθητοι επενδυτές ελέγχουν τις νέες επενδύσεις με βάση περιβαλλοντικά, κοινωνικά και διοικητικά κριτήρια. Αυτά τα κριτήρια αφορούν το πώς μια εταιρία λειτουργεί ως προστάτης της φύσης, πώς χειρίζεται σχέσεις με υπαλλήλους, προμηθευτές, πελάτες και κοινότητες στις οποίες απευθύνεται, πώς αποζημιώνει τα στελέχη της, πώς προσεγγίζει τους ελέγχους και τα δικαιώματα των μετόχων.
Ορίζοντας την κοινωνική επιχειρηματικότητα
Ένας απλοϊκός και γενικός ορισμός της κοινωνικής επιχειρηματικότητας θα ήταν ο εξής:
«Κοινωνική επιχειρηματικότητα είναι το εγχείρημα της ίδρυσης επιχείρησης με σκοπό την επίλυση ενός κοινωνικού προβλήματος». Γενικά, ένα κοινωνικό πρόβλημα μπορεί να σχετίζεται με την ανισότητα, τη φτώχεια, τον ρατσισμό, τα θέματα φύλου, την κλιματική αλλαγή, την έλλειψη πρόσβασης στο νερό, το ηλεκτρικό ρεύμα και την παιδεία, τα δικαιώματα των μεταναστών κ.ά.
Λίγο πιο συγκεκριμένα, ο όρος μπορεί να οριστεί ως η διαδικασία αναγνώρισης και επιδίωξης ευκαιριών για τη δημιουργία κοινωνικής αξίας μέσω καινοτόμων προϊόντων, παροχής απασχόλησης και παιδείας και νέων προσεγγίσεων σε αποτυχημένες μεθοδολογίες.
Ένας ακόμα πιο ακριβής ορισμός ωστόσο είναι απαραίτητος έτσι ώστε η κοινωνική επιχειρηματικότητα να αποτελέσει έναν τομέα ακαδημαϊκής έρευνας ικανό να παρέχει επαρκή κατανόηση των αποτελεσμάτων, της συνεισφοράς και των αδυναμιών της κοινωνικής επιχειρηματικότητας. Οι Martin και Osberg έχουν προτείνει έναν ορισμό που βασίζεται σε αυτόν της επιχειρηματικότητας.
Η επιχειρηματικότητα περιγράφει το συνδυασμό:
- ενός συγκειμένου στο οποίο ενυπάρχει μια ευκαιρία (που σχετίζεται με μια υποβέλτιστη ισορροπία),
- ενός σετ προσωπικών χαρακτηριστικών που απαιτούνται για την αναγνώριση και επιδίωξη αυτής της ευκαιρίας (οι κοινωνικοί επιχειρηματίες εμπνέονται από υποβέλτιστες ισορροπίες και αναλαμβάνουν δράση για την προώθηση ενός νέου προϊόντος ή υπηρεσίας με μεγάλο κίνδυνο),
- και της δημιουργίας ενός συγκεκριμένου αποτελέσματος (μια νέα ποιοτικότερη ισορροπία, αφού η καινοτομία έχει αναπαραχθεί από αρκετούς άλλους)
Αντίστοιχα, η κοινωνική επιχειρηματικότητα περιλαμβάνει τον συνδυασμό:
- της αναγνώρισης μιας σταθερής αλλά άδικης ισορροπίας που προκαλεί τον αποκλεισμό, την περιθωριοποίηση και την οδύνη σε κάποιο κομμάτι της ανθρωπότητας που δε διαθέτει την οικονομική ή πολιτική δύναμη να ανατρέψει μόνο του,
- της αναγνώρισης μιας ευκαιρίας σε αυτήν την άδικη ισορροπία, της ανάπτυξης μιας κοινωνικής πρότασης αξίας και τη/της χρησιμοποίησης δημιουργικότητας, άμεσης δράσης και θάρρους με σκοπό την ανατροπή της άδικης ισορροπίας,
- μιας νέας σταθερής ισορροπίας, που απελευθερώνει μια εγκλωβισμένη δυναμική ή βελτιώνει τη θέση της συγκεκριμένης πληθυσμιακής ομάδας και, μέσω της μίμησης και της δημιουργίας ενός σταθερού οικοσυστήματος γύρω από τη νέα ισορροπία, εξασφαλίζει ένα καλύτερο μέλλον για τη συγκεκριμένη ομάδα ή την κοινωνία γενικότερα (Martinand Osberg, 2007).
Για να χρησιμοποιήσουμε τη φράση του ιδρυτή και προέδρου της Ashoka, Bill Drayton, «οι κοινωνικοί επιχειρηματίες δεν αρκούνται στο να παρέχουν ένα ψάρι, ή να μάθουν σε κάποιον πώς να ψαρεύει. Δεν εφησυχάζουν μέχρι να επιφέρουν επαναστατική αλλαγή σε ολόκληρη τη βιομηχανία της αλιείας».
Κοινωνικοί επιχειρηματίες
Και οι επιχειρηματίες και οι κοινωνικοί επιχειρηματίες παρακινούνται από την αναγνώριση της ευκαιρίας, την αδιάκοπη επιδίωξη του οράματός τους και αντλούν ψυχολογική ικανοποίηση από την επίτευξη των στόχων τους.
Οι κοινωνικοί επιχειρηματίες ωστόσο:
- Δεν στοχεύουν στην επίτευξη κέρδους, αλλά στην επίτευξη αλλαγής στην κατάσταση της πληθυσμιακής ομάδας που στοχεύουν.
- Δεν διαμορφώνουν μια πρόταση αξίας που υποθέτει μια αγορά ικανή να πληρώσει για την καινοτομία προσδοκώντας κέρδος, αλλά διατυπώνουν μια πρόταση αξίας, η οποία στοχεύει σε έναν παραμελημένο ή μη προνομιούχο πληθυσμό που δεν έχει τη δύναμη να φέρει την αλλαγή από μόνος του.
Σε έναν κλασικό και ιδεατό ορισμό των κοινωνικών επιχειρηματιών, ο Dees τους θεωρεί ως: «φορείς αλλαγής που δουλεύουν για τη δημιουργία κοινωνικής αξίας μέσω της αναζήτησης νέων ευκαιριών. Εκεί που οι άλλοι βλέπουν προβλήματα, οι κοινωνικοί επιχειρηματίες βλέπουν ευκαιρίες. Η θέλησή τους να καινοτομήσουν είναι στοιχειώδες στοιχείο του τρόπου λειτουργίας τους και δε μπορεί να εξηγηθεί ως μια ξαφνική έκρηξη δημιουργικότητας, αλλά ως μια συνεχής διαδικασία εξερεύνησης και εκμάθησης. Επιπλέον, οι επιχειρηματίες τείνουν να έχουν υψηλή ανεκτικότητα για την αμφισημία και μαθαίνουν να διαχειρίζονται τους κινδύνους που σχετίζονται με αυτήν. Βλέπουν την αποτυχία ως ευκαιρία μάθησης και δρουν υπεύθυνα, χρησιμοποιώντας περιορισμένους πόρους αποτελεσματικά, υπολογίζοντας τους κινδύνους έτσι ώστε να ελαχιστοποιήσουν τη ζημία που θα επιφέρει μια αποτυχία (Dees 2001).
Κερδοσκοπικές και μη κερδοσκοπικές επιχειρήσεις και κοινωνικές υπηρεσίες
Παρά την πρωταρχική στόχευση στη δημιουργία κοινωνικής αξίας, δεν αποκλείεται οι κοινωνικοί επιχειρηματίες να διατυπώνουν προτάσεις αξίας που περιλαμβάνουν την επίτευξη κέρδους και πράγματι οι κοινωνικές επιχειρήσεις μπορούν να είναι είτε κερδοσκοπικές είτε μη κερδοσκοπικές.
- Μια μη κερδοσκοπική οργάνωση συγκεντρώνει πόρους από δωρεές ιδιωτών και οργανισμών, καθώς και από κυβερνητικά προγράμματα. Οι πόροι αυτοί πηγαίνουν κατευθείαν στον σκοπό της οργάνωσης.
- Μια κοινωνική επιχείρηση συνήθως λειτουργεί όπως μια τυπική επιχείρηση: με τον στόχο της αύξησης των κερδών. Ενώ η επιχείρηση επιδιώκει να επιφέρει κοινωνικό αποτέλεσμα, συνεχίζει να υπάρχει ως εμπορική οντότητα και δημιουργεί εισόδημα πουλώντας ένα προϊόν ή μια υπηρεσία. Ωστόσο, ανεπτυγμένες πρωτοβουλίες κοινωνικής ευθύνης δεν επαρκούν για να χαρακτηριστεί μια επιχείρηση κοινωνική επιχείρηση.
- Μια κοινωνική υπηρεσία ή ένας κοινωνικός οργανισμός στοχεύει στη βοήθεια των μη προνομιούχων, αλλά σπάνια μπορεί να ξεφύγει από τις αρχικές της δυνατότητες. Η επίδρασή τους παραμένει περιορισμένη σε ένα συγκεκριμένο πληθυσμό, και το μέγεθός τους καθορίζεται από τους αρχικούς διαθέσιμους πόρους. Αν δεν είναι σχεδιασμένες να μεγαλώσουν ή αν δεν είναι τόσο επιδραστικές ώστε να εμπνεύσουν πολλούς μιμητές δε θα πετύχουν μια καλύτερη ισορροπία. Για παράδειγμα, μια κοινωνική υπηρεσία μπορεί να χτίσει ένα σχολείο για να εξασφαλίσει την εκπαίδευση ενός πληθυσμού. Το σχολείο μπορεί να βοηθήσει κάποια παιδιά να σπάσουν τον κύκλο της φτώχειας, αλλά δε θα επιφέρει την επίτευξη μιας καλύτερης ισορροπίας.
Μπορούμε να πούμε ότι οι κοινωνικές επιχειρήσεις είναι ο επιχειρηματικός τομέας στον οποίο το πλαίσιο triple bottom line βρίσκει την καλύτερη και πιο ουσιαστική του εφαρμογή. Ο όρος ξεκίνησε να χρησιμοποιείται το 1994[1] και περιγράφει μια επιχείρηση που αντί για μοναδικό γνώμονα το κέρδος, επιδιώκει την επιτυχία σε τρεις βασικούς τομείς: άνθρωποι, πλανήτης, κέρδος. Έτσι, μια κοινωνική επιχείρηση φροντίζει να εξασφαλίζει την ευημερία πελατών, εργαζομένων και μετόχων, να ελαχιστοποιεί το αποτύπωμα στο περιβάλλον δίνοντας βαρύτητα στην αποτελεσματική χρήση πόρων και την κατανάλωση, αλλά και επιδιώκει την αύξηση των κερδών.
Επιχειρηματικά μοντέλα και πετυχημένες κοινωνικές επιχειρήσεις
Στα πιο συνηθισμένα επιχειρηματικά μοντέλα που ακολουθούν οι κοινωνικές επιχειρήσεις περιλαμβάνονται τα παρακάτω:
- Μοντέλο της επίγνωσης: Μια κοινωνική επιχείρηση προσπαθεί να διαδώσει ένα πρόβλημα και να προκαλέσει την αύξηση της συμμετοχής στην επίλυσή του. Η εταιρία Love Your Melon, για παράδειγμα, ιδρύθηκε για να κάνει ευρύτερα γνωστό το πρόβλημα του παιδικού καρκίνου και να βελτιώσει την ποιότητα ζωής παιδιών που δίνουν μάχη με τον καρκίνο. Η εταιρία πουλούσε σκουφάκια και για κάθε ένα που πουλιόταν δωριζόταν ένα σε ένα παιδί με καρκίνο. Ξεκίνησε ως μη κερδοσκοπική οργάνωση και μετατράπηκε σε κερδοσκοπική το 2016, με το 50% των κερδών να δωρίζονται σε φιλανθρωπικά ιδρύματα με σχετική δράση.
- Μοντέλο προσλήψεων: Μια κοινωνική επιχείρηση που προσλαμβάνει προσωπικό με δυσκολίες απορρόφησης στην αγορά εργασίας. Η μη κερδοσκοπική Anchal Project χρησιμοποιεί το design για να δώσει οικονομικές ευκαιρίες σε περιθωριοποιημένες γυναίκες να ισχυροποιηθούν μέσω της παραγωγής βιώσιμων προϊόντων και πρόσβασης στην παγκόσμια αγορά.
- Μοντέλο ένα-προς-ένα: Μια κοινωνική επιχείρηση που δίνει ένα προϊόν δωρεάν για κάθε ένα που πουλιέται. Η TOMS, για παράδειγμα, παράγει παπούτσια για παιδιά σε ανάγκη και έχει επεκτείνει το επιχειρηματικό της μοντέλο για να παρέχει πρόσβαση σε ασφαλείς πηγές νερού, να προστατεύσει από φαινόμενα παιδικού εκφοβισμού κ.ά.
- Περιβαλλοντικό μοντέλο: Μια κοινωνική επιχείρηση που έχει σημαντική επίδραση στο περιβάλλον. Η Grain4Grain είναι μια startup τεχνολογίας τροφίμων που χρησιμοποιεί υποπροϊόντα για να παράξει αλεύρι υψηλής πρωτεΐνης και χαμηλού υδατάνθρακα.
Παραδείγματα πετυχημένων κοινωνικών επιχειρήσεων
- Η Grameen Bank του Muhammad Yunus και το χρηματοπιστωτικό μοντέλο του microcredit αποτέλεσε έμπνευση για πολλά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, προσφέροντας επιχειρηματικές προοπτικές σε εκατομμύρια ανθρώπους σε αναπτυσσόμενες και ανεπτυγμένες χώρες.[2]
- Η Rang ιδρύθηκε το 2008 ως μια διαδικτυακή πλατφόρμα όπου φτωχοί πολίτες των πόλεων αλλά και της επαρχίας της Ινδίας μπορούν/μπορούσαν να αιτούνται δανείων με επιτόκιο χαμηλότερο του 2%. Δανειστές από όλη τη χώρα μπορούν να παρέχουν δάνεια αμέσως, να παρακολουθούν τις επενδύσεις και να δέχονται τις πληρωμές διαδικτυακά.
- Η Easy Solar είναι μια κοινωνική επιχείρηση που παράγει μια σειρά προϊόντων φωτισμού που βασίζονται στην ηλιακή ενέργεια για τους πολίτες της Σιέρα Λεόνε οι οποίοι δεν έχουν πρόσβαση στην ηλεκτροδότηση.
- Τέλος, πολλές επιχειρήσεις επενδύουν σε τεχνολογικές καινοτομίες. Είτε πρόκειται για εφαρμογές από την ψυχική υγεία μέχρι την ψηφιακή γεωργία, είτε για διαδικτυακές τραπεζικές υπηρεσίες, είτε για τεχνολογίες στην ασφάλιση και στην υγεία, η τεχνολογία επιτρέπει την κοινωνική επίδραση παρέχοντας τη δυνατότητα πρόσβασης σε βασικές υπηρεσίες σε προηγουμένως αποκλεισμένους πληθυσμούς. Για παράδειγμα, πολλές επιχειρήσεις σχεδιάζουν εφαρμογές για τις ανάγκες συγκεκριμένων κοινοτήτων έτσι ώστε οι κάτοικοι να μπορούν να αναφέρουν εγκαίρως ζημιές στις υποδομές ή να καταγγέλλουν ανάρμοστες συμπεριφορές από κρατικούς αξιωματούχους και δημοσίους υπαλλήλους, αποκτώντας έτσι τη δυνατότητα ελεύθερης έκφρασης.
Οργανισμοί κοινωνικής καινοτομίας
Μια σειρά οργανισμών διευκολύνουν και προωθούν την κοινωνική καινοτομία. Ενδεικτικά:
- Ο μη κερδοσκοπικός, μη κυβερνητικός οργανισμός Ashoka που ιδρύθηκε το 1981 σήμερα αποτελεί το μεγαλύτερο δίκτυο κοινωνικών επιχειρηματιών παγκοσμίως.
- Το Skoll Foundation, που ιδρύθηκε από τον πρώτο πρόεδρο του EBAY, υποστηρίζει κοινωνικές επιχειρήσεις στην επίτευξη συνεργασιών και συνενώσεων, καθώς και στη δημόσια προβολή τους.
- Ο μη κερδοσκοπικός οργανισμός Echoing Green αναλαμβάνει την επένδυση και τη χρηματοδότηση κοινωνικών επιχειρήσεων.
- Το Schwab Foundation προωθεί δημόσια την κοινωνική καινοτομία, παρέχοντας πρόσβαση στις κοινωνικές επιχειρήσεις στο δημόσιο διάλογο.
- Το Omidyar Network είναι μια φιλανθρωκαπιταλιστική επενδυτική εταιρία που κατευθύνει επενδύσεις στους τομείς της κυβερνητικής διαφάνειας, των μικροπιστώσεων και των κοινωνικών δικτύων.
- Η Start some good είναι μια κερδοσκοπική κοινωνική επιχείρηση που βοηθά κοινωνικές επιχειρήσεις με τη χρηματοδότηση μέσω crowd funding.
Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα η κοινωνική επιχειρηματικότητα έχει παρουσιάσει σημαντική ανάπτυξη ιδίως την προηγούμενη δεκαετία. Μπορούμε να πούμε ότι στην Ελλάδα οι κοινωνικές επιχειρήσεις τείνουν να έχουν τα παρακάτω χαρακτηριστικά:
- Συμμετέχουν στην οικονομική ή/και επιχειρηματική δραστηριότητα,
- Έχουν έναν ξεκάθαρο κοινωνικό σκοπό,
- Είναι ανεξάρτητες και έχουν δημοκρατικό σύστημα λήψης αποφάσεων,
- Επανεπενδύουν τα κέρδη τους, διανέμουν μέρος τους στους εργαζομένους τους ή/και τα διοχετεύουν σε κοινωνικούς στόχους, αντί να τα διανείμουν στα εμπλεκόμενα μέρη ως επιστροφή της επένδυσης τους,
- Βασίζονται στη συλλογική δράση.
Την τελευταία δεκαετία, η οικονομική κρίση, οι πολιτικές εξελίξεις, καθώς και μια ευνοϊκή μεταρρύθμιση του νομικού πλαισίου (Νόμος 4019/2011) οδήγησαν στην ραγδαία ανάπτυξη της κοινωνική επιχειρηματικότητας.[3] Σήµερα, στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται πάνω από 1.200 κοινωνικές επιχειρήσεις, οι περισσότερες από τις οποίες έχουν τη μορφή συνεταιρισμών. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Thomson Reuters Foundation, η Ελλάδα στην τριετία 2016-2019 βελτίωσε τη θέση της στη λίστα με τις φιλικές χώρες προς την κοινωνική επιχειρηματικότητα ανεβαίνοντας από την 39η στην 28η θέση.[4]
Οι κοινωνικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα υποστηρίζονται πλέον από πληθώρα οργανισμών που διευκολύνουν τη χρηματοδότηση και τη διάδρασή τους, όπως η Ashoka Greece και το Impact Hub Athens.
Σύμφωνα με έκθεση που δημοσίευσε το 2018 το Βρετανικό Συμβούλιο για την Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία (ΚΑΛΟ):
- Το 68% των κοινωνικών επιχειρήσεων έχουν συσταθεί μέσα στην τελευταία 5ετία.
- Το 74% έχουν κύκλο εργασιών κάτω από 50.000 το χρόνο.
- Οι περισσότερες λειτουργούν σε τοπικό ή περιφερειακό επίπεδο.
- Το 78% δραστηριοποιούνται με γνώμονα την αντιμετώπιση της ανεργίας.
- Το 68% δηλώνουν αισιόδοξες για αύξηση του κύκλου εργασιών μέσα στους επόμενους μήνες.
- Η πρόσβαση σε κατάλληλη χρηματοδότηση παραμένει το μεγαλύτερο πρόβλημα για τη βιωσιμότητα τους.
- Το 35% διοικείται από γυναίκες, ενώ τα ποσοστά των γυναικών στο εργατικό δυναμικό του τομέα είναι υψηλότερα από ότι στις συμβατικές επιχειρήσεις.
- Το 41% αυτών που ηγούνται ενός φορέα της ΚΑΛΟ έχουν μεταπτυχιακό ή διδακτορικό δίπλωμα.
- Η Ελλάδα διαθέτει ένα ποικιλόμορφο και πλουραλιστικό τοπίο διαφορετικών ειδών φορέων της ΚΑΛΟ με διαφορετικά κίνητρα και μέσα λειτουργίας. Προς το παρόν, η δύσκολη αυτή κατάσταση έχει το μειονέκτημα ότι φέρει κατάτμηση και κατακερματισμό ανάμεσά τους.
* Ο Φαίδων Ζάρας είναι Διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης
Σημειώσεις
[1] Elkington 2018.
[2]Για μια σύντομη παρουσίαση των θετικών επιδράσεων, δες Alterna 2010. Η πρακτική έχει δεχθεί και κριτική κυρίως όσον αφορά την πιθανότητα εγκλωβισμού στο χρέος (Biswas, 2010), καθώς και την πιθανότητα εκμετάλλευσης μεσαζόντων (Arpand Ardisa 2017). Για μια συζήτηση πάνω σε πιθανά μέτρα αύξησης της αποτελεσματικότητας του microcredit, δες Karmakar 2009.
[3]Οι παρακάτω πηγές προσφέρουν μια ενδελεχή χαρτογράφηση της κοινωνικής οικονομίας στην Ελλάδα: Νικολόπουλος και Καπογιάννης 2014, Κετσετζόπούλου 2010, Νασιούλα και Μαυροειδή 2013, Αδάμ 2016.
[4]Η πλήρης λίστα διαθέσιμη εδώ: https://poll2019.trust.org/
Βιβλιογραφία
- «Έκθεση για την κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία στηνΕλλάδα», ΒρετανικόΣυμβούλιο, 2018, διαθέσιμη εδώ:https://kalo.gov.gr/wp-content/uploads/2018/03/social-solidarity-REPORT2017_GR_june18.pdf
- Νικολόπουλος, T., και Δ. Καπογιάννης (2014)Εισαγωγή στην Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία. Το μετέωρο βήμα μια ςδυνατότητας. Αθήνα, ΕκδόσειςτωνΣυναδέλφων.
- Adam, S. (2016), Social enterprises, social and solidarity economy and youth: What role for policymaking? in M. Petmezidou, E. Delamonica, C. Papatheodorou, Al. Henry-Lee (Eds.), Child Poverty, Youth (Un)Employment, and Social Inclusion, The Comparative Research Programme on Poverty (CROP) of University of Bergen (UiB) / International Social Science Council (ISSC).
- Alvord, S. H., L.D. Brown, and C.W. Letts (2004) “Social entrepreneurship and societal transformation”, Journal of Applied Behavioral Science, 40: 260-282.
- Ansari, S., K. Munir, and T. Gregg (2012)“Impact at the ‘bottom of the pyramid’: The role of social capital in capability development and community empowerment,”Journal of Management Studies, 49: 813-842.
- Arp, F. and A. Ardisa (2017) “Microfinance for poverty alleviation: Do transnational initiatives overlook fundamental questions of competition and intermediation?” Transnational Corporations 24 (3): 103-117.
- Azmat, F., A.S. Ferdous, andP. Couchman (2015)“Understanding the dynamics between social entrepreneurship and inclusive growth in subsistence marketplaces,”Journal of Public Policy & Marketing, 34: 252-271.
- Biswas S, “India’s micro-finance suicide epidemic,” BBC News, 16 December 2010, available at: https://www.bbc.com/news/world-south-asia-11997571
- Bloom, P. N. (2009)“Overcoming consumption constraints through social entrepreneurship.”Journal of Public Policy & Marketing, 28: 128-134.
- Bornstein, D (2004) How to change the world: Social entrepreneurs and the power of ideas, Oxford University Press.
- Cardella, G.M., B. R Hernández-Sánchez, A. A Monteiro and J.C. Sánchez-García (2021)“Social
- Entrepreneurship Research: Intellectual Structures and FuturePerspectives,”Sustainability 13,7532.
- Dacin, T., P. Dacin and P. Tracy (2011) “Social Entrepreneurship: A critique and future directions,” Organisation Science (22) 5: 1203-1213.
- Datta, P. B., and R. Gailey (2012)“Empowering women through social entrepreneurship: Case study of a women’s cooperative in India.”Entrepreneurship: Theory & Practice, 36: 569-587.
- Dees, J.C.The Meanings of Social Entrepreneurship, available at: https://centers.fuqua.duke.edu/case/knowledge_items/the-meaning-of-social-entrepreneurship/
- Ghauri, P. N., M. Tasavori, and R.Zaefarian (2014)“Internationalisation of service firms through corporate social entrepreneurship and networking,”International Marketing Review, 31: 576-600.
- Grieco, C., L. Michelini, L., and G. Iasevoli(2015)“Measuring value creation in social enterprises: A cluster analysis of social impact assessment models,”Nonprofit and Voluntary Sector Quarterly, 44: 1173-1193.
- Karmakar, K.G. (2009) “Emerging Trends in Microfinance,” Economic and Political Weekly44 (13): 21-24.
- Ketsetzopoulou, M. (2010) Social Entrepreneurship in Greece (ISEDE-NET, WP3 Research on Social Entrepreneurship).
- Martin R., and S. Osberg (2007) “Social entrepreneurship: The case for definition,” Stanford Social Innovation Review,” available at: https://ssir.org/articles/entry/social_entrepreneurship_the_case_for_definition#
- Nasioulas I. and Mavroeidis V. (2013) The Social Business Sector in Greece. Systemic Failures and Positive Action Potentials based on the strengths of the Hellenic Ministry of Development and Competitiveness (Report 10, GECES, Thessaloniki 2013).
- Nicholls, A. (2008) Social entrepreneurship: New models of sustainable social change. Oxford: Oxford University Press.
- Short, J., T. Moss and G.T. Lumpkin (2009) “Research in Social Entrepreneurship: Past Contributions and Future Opportunities,” Strategic Entrepreneurship Journal 3 (2): 161-194.
- “Strengthening our community by empowering ndividuals,” ALTERNA, 2010.
- “25 Years Ago I Coined the Phrase “Triple Bottom Line.” Here’s Why It’s Time to Rethink It,” John Elkington, Harvard Business Review, June 25, 2018, available at: https://hbr.org/2018/06/25-years-ago-i-coined-the-phrase-triple-bottom-line-heres-why-im-giving-up-on-it