Η πρόταση της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης (Π.Ε) και της Εκπαίδευσης για την Ανάπτυξη και την Αειφορία (ΕΑΑ)

albertos

του Ανάργυρου Αλμπέρτου*

Οι συνεχώς επιταχυνόμενες αλλαγές που συντελούνται στην εποχή μας, ως απόρροια της βαθιάς ηθικής κρίσης, είναι πλέον κοινός τόπος. Το ισχύον «κοινωνικό συμβόλαιο» έχει πλέον λυγίσει υπό το βάρος των πολλαπλών, πολύπλοκων και αλληλοεξαρτώμενων  προβλημάτων, όπως ο πόλεμος, η πανδημία, η κλιματική αλλαγή, οι δημογραφικές αλλαγές, οι ανισότητες και η αδικία που ταλανίζουν την παγκόσμια κοινωνία. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο του φόβου, της αβεβαιότητας και της ανασφάλειας οι κοινωνίες, πιο πολύ από ποτέ, απαιτούν αλλαγές για έναν κόσμο πιο δίκαιο, βιώσιμο και ειρηνικό. Οι έννοιες του μετασχηματισμού, της αναδιάρθρωσης και της αναδιαμόρφωσης του κόσμου μας, προβάλλουν στις στρατηγικές πολιτικές ως μία επιτακτική ανάγκη. Η στροφή προς τις αειφορικές προσεγγίσεις τείνουν να επικρατούν ως μία ορθή πρακτική για την εξυγίανση με απώτατο σκοπό την υιοθέτηση αειφορικών συμπεριφορών και πρωτίστως τη διάπλαση ανθρώπων-οικουμενικών πολιτών που θα συμμετέχουν, θα εμπλέκονται και θα συνδιαμορφώνουν τον κόσμο τους. Προς αυτήν την κατεύθυνση κινείται η Π.Ε και η ΕΑΑ ως φυσική της εξέλιξη. Η θεμελιώδης αρχή της βρίσκεται στην δημιουργία ενός νέου παγκόσμιου ήθους, που θα εναρμονίζει την ισόρροπη σχέση φυσικών, πολιτικών και κοινωνικών διεργασιών και παραμέτρων αναδεικνύοντας τόσο τις αξίες, τις στάσεις των ανθρώπων, αλλά και τις μεταξύ τους σχέσεις μέσα στο χωροχρόνο. Η νέα αυτή κουλτούρα προσπαθεί να συγκεράσει όλα τα διάσπαρτα κομμάτια τα προερχόμενα από τις καταστατικές σχέσεις που διέπουν τις διεργασίες στο ανθρωπογενές-φυσικό περιβάλλον, βασιζόμενες πλέον στις αρχές της δικαιοσύνης, της ελευθερίας, του σεβασμού και της αλληλεγγύης (Παπαδημητρίου, 1999).

Η Π.Ε μια νέα μορφή εκπαίδευσης.

Η εκπαίδευση ως βασικός πυρήνας του κοινωνικού μετασχηματισμού στέλνει ελπιδοφόρα μηνύματα για ριζοσπαστικές αλλαγές στην κοσμοθεώρησή μας. Οι προκλήσεις της τελευταίας τριετίας μας υπενθύμισαν την τρωτότητά μας, φέρνοντας στην επιφάνεια παθογένειες του συστήματος σε παγκόσμιο επίπεδο. Σκοπός είναι εφεξής να εφαρμοστούν πολιτικές που θα διορθώσουν τις αδικίες και θα επανασχεδιάσουν ένα μέλλον με γνώμονα την παγκόσμια ευημερία για την ανθρωπότητα και τον πλανήτη Γη. Έτσι, λοιπόν, το άνοιγμα σε καινούριες εκπαιδευτικές στρατηγικές, που θα στοχεύουν στην ανοικοδόμηση των σχέσεων ανθρώπου-φύσης, είναι πλέον ζήτημα επείγουσας σημασίας. Οι μελλοντικοί πολίτες πρέπει να γνωρίζουν τρόπους και μεθόδους που θα τους καταστήσουν ικανούς να επιλύουν προβλήματα. Η εκπαίδευση υπό την έννοια της αποταμιευτικής μορφής (banking concept of education) (Freire, 2018) μεταβαίνει πλέον στον αντίποδα που είναι η εκπαίδευση βασιζόμενη στη μορφή της επίλυσης προβλήματος (problem solving). Aν και αυτή η εκπαιδευτική προσέγγιση έχει τεθεί ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ΄80, από τότε πλανάται χωρίς να έχει βρει τη θέση της μέσα στο χώρο της εκπαίδευσης ίσως να υιοθετείται και να εφαρμόζεται από κάποιους πεφωτισμένους ή πιο τολμηρούς εκπαιδευτικούς. Για την Π.Ε και στη συνέχεια για την ΕΑΑ όμως είναι απαρχή. Η Π.Ε εμφανίζεται ως ένα ιδεολογικό  εκπαιδευτικό κίνημα στις αρχές του ¢80 που προσπαθεί αφενός να καλλιεργήσει περιβαλλοντική συνείδηση και αφετέρου να αλλάξει τις μορφές διδασκαλίας του  φορμαλιστικού, νοησιαρχικού παραδοσιακού σχολείου (Χρυσαφίδης, 1994). Η νέα αυτή εκπαιδευτική αγωγή ενσαρκώνει μαθητοκεντρικές προσεγγίσεις, δίνοντας έμφαση στην αυτενέργεια, στην υποκειμενική πλευρά της γνώσης, στην ομαδική συμμετοχή-συνεργασία, στην καλλιέργεια δεξιοτήτων, στην καλλιέργεια της κριτικής σκέψης και εν κατακλείδι στην ενεργό συμμετοχή για τη λήψη αποφάσεων και την ανάληψη ευθυνών (Παπαδημητρίου, 2005). Στο πλαίσιο αυτής της φιλοσοφίας της καινοτόμου διδασκαλίας, η συστημική και κριτική σκέψη  αποτελούν πυλώνες της Π.Ε-ΕΑΑ, καθώς φωτίζουν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της.

Η Π.Ε-ΕΑΑ, κατά την αξιολόγησή της μέσα στην ιστορική της πορεία τις τελευταίες δεκαετίες, έχει κατηγορηθεί από αοριστία ως προς τον χαρακτήρα της, αν και διέπεται από σαφείς αρχές και οριοθετημένες διατυπώσεις. Και αυτό συνέβη λόγω των πολλών ερμηνειών που μπορεί κανείς να προσδώσει σε αυτήν την πολύπλοκη έννοια που την περιβάλλει. Παρόλα αυτά, ακόμα και με τις όποιες αμφιβολίες για την ταυτότητά της, κρίθηκε από την UNESCO ότι είναι πλέον ζωτικής σημασίας η ένταξη της Π.Ε-ΕΑΑ στο αναλυτικό πρόγραμμα, επιτυγχάνοντας τον στόχο για το 2030 υπό το πρίσμα της δημιουργίας ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου στην εκπαίδευση. Λαμβάνοντας κανείς υπόψη την ανωτέρω θέση, πρέπει να αναρωτηθεί, γιατί να επιλέγεται η Π.Ε-ΕΑΑ ως αντικείμενο προς διδασκαλία. Τι το διαφορετικό προσφέρει στον μαθητή και πώς μπορεί να τον καλλιεργήσει εν γένει, προσδίδοντάς του τα χαρακτηριστικά του Παγκόσμιου Πολίτη;

Η φυσιογνωμία της Π.Ε

Η Π.Ε εμφανίστηκε κατά τη δεκαετία του ΄70 ως μία απάντηση της εκπαίδευσης απέναντι  στην ραγδαία αύξηση του ενδιαφέροντος για το περιβάλλον. Ορόσημο για την θεσμοθέτηση της Π.Ε στάθηκε η Διάσκεψη του ΟΗΕ για το Περιβάλλον του Ανθρώπου στην Στοκχόλμη 1972, όπου και προτάθηκε επισήμως η αναγνώριση και προώθησή της σε όλες τις χώρες. Εν συνεχεία, ακολούθησε το Διεθνές Συνέδριο του Βελιγραδίου 1975 και αργότερα το συνέδριο της Τιφλίδας 1977, όπου και αποτυπώθηκαν  οι θέσεις της σε ένα κείμενο αναφοράς, αλλά και θεμελιώδες για τις αρχές της. Σύμφωνα με αυτό η Π.Ε στοχεύει :«στην συμβολή της απόκτησης γνώσης και συνείδησης των πολιτών για τα περιβαλλοντικά ζητήματα και στην καλλιέργεια δεξιοτήτων αφοσίωσης και ενδιαφέροντος για ανάληψη ατομικής ή συλλογικής δράσης, προκειμένου να επιτευχθεί και να διατηρηθεί δυναμική ισορροπία ανάμεσα στην ποιότητα ζωής και την ποιότητα του περιβάλλοντος». Όπως διαφαίνεται, η Π.Ε είναι μία πολυσύνθετη κατασκευή που δεν αντικατοπτρίζει έναν επιστημονικό όρο, αλλά, κυρίως, μία ιδέα και ένα όραμα που προσπαθεί να συνθέσει όλα αυτά τα ετερόκλητα πεδία σε μία έννοια. Η εκπαίδευση για την κατανόηση της πολυπλοκότητας των συστημάτων στα άτομα και στις κοινωνίες τόσο στην τυπική όσο και στην άτυπη εκπαίδευση είναι η βασική της επιδίωξη. Η πολυδιάστατη αυτή έννοια περιστρέφεται γύρω από τρεις βασικούς άξονες:

  • Η εκπαίδευση σχετικά με το περιβάλλον, εστιάζοντας, κυρίως, στην απόκτηση γνώσης σχετικά με το αντικείμενο «περιβάλλον» και των σχετιζόμενων εννοιών γύρω από αυτό.
  • Η εκπαίδευση από και μέσα στο περιβάλλον, αναφερόμενη στις παιδαγωγικές προσεγγίσεις και μεθόδους. Θέτει το περιβάλλον στο επίκεντρο, ως μέσο για την απόκτηση εμπειριών και γνώσεων και κατ’ επέκταση την ανακάλυψη συναισθημάτων ως αποτέλεσμα αυτών των διεργασιών.
  • Η εκπαίδευση για το περιβάλλον, στοχεύοντας στην ανάπτυξη στάσεων και συμπεριφορών για το περιβάλλον. Η πραγμάτωση των παραπάνω απαιτεί την υιοθέτηση αξιών που θα διαμορφώσουν περιβαλλοντικό ήθος, οδηγώντας το άτομο σε συνειδητές επιλογές για την ορθή διαχείριση των φυσικών πόρων και την αρμονική διατήρηση σχέσεων μέσα στο περιβάλλον, νοούμενο με την καθολική έννοια. Προς την επίτευξη αυτών καθοριστικό στοιχείο είναι η δράση μέσα από την οποία ολοκληρώνεται η όλη διαδικασία (UNESCO,1980).

Συνεχίζοντας την αναφορά στη στοχοθεσία, είναι απαραίτητο να σημειωθούν ακόμα κάποια βασικά ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά, που πλαισιώνουν την εκπαίδευση για την Π.Ε και διαφωτίζουν περισσότερο τον χαρακτήρα της και την καθιστούν καινοτόμο στις εκπαιδευτικές μεθόδους. Ως μια βασική θέση ορίζεται ο προσανατολισμός στην επίλυση προβλημάτων, όπως προαναφέρθηκε. Με αυτόν τον τρόπο γίνεται η προσπάθεια κατανόησης των προβλημάτων και των αιτιών που τα προκάλεσαν. Ακολούθως, διερευνάται η αντιμετώπιση αυτών, η οποία επιτυγχάνεται, κατά περίπτωση, είτε ατομικά είτε συλλογικά. Για να μπορέσει, όμως, να συμβεί η επίλυση προβλήματος προϋποθέτει τη διεπιστημονικότητα. Η διεπιστημονικότητα χρησιμεύει στην ερμηνεία προβλημάτων, στα οποία εμπλέκονται, ενσωματώνονται και αλληλοεξαρτώνται τόσο οι διάφοροι επιστημονικοί κλάδοι όσο και άλλες παράμετροι (φυσικές, οικονομικές, πολιτικές), αλλά και οι αξίες του καθενός ξεχωριστά. Το άνοιγμα προς την κοινωνία και η ενσωμάτωση της εκπαίδευσης σ’ αυτήν θεωρείται βασικός παράγοντας της φιλοσοφίας της Π.Ε (UNESCO-UNEP IEEP, 1985). Τα τοπικά προβλήματα που μπορεί να απασχολούν τον εκπαιδευόμενο είναι η αφορμή για την πρώτη ενασχόληση και την εμπλοκή του στα κοινά, καθιστώντας τον μελλοντικά Παγκόσμιο Πολίτη. Η αέναη αυτή ροή των καταστάσεων προερχόμενων από το περιβάλλον καθιστούν την Π.Ε πάνω από όλα επίκαιρη, αφού οι συνεχείς μεταβολές την επαναπροσανατολίζουν στις ανάγκες της παρούσας ζωής. Έτσι, η σύγχρονη μορφή της Π.Ε προβάλλεται ως η Παγκόσμια Περιβαλλοντική Εκπαίδευση αντιμετωπίζοντας τον κόσμο συστημικά, στηριζόμενη στους συσχετισμούς ανάμεσα στο ατομικό, το τοπικό, το περιφερειακό και το παγκόσμιο επίπεδο, εντασσόμενα στο χωρικό γίγνεσθαι (Kagawa & Selby, 2010). Τα όρια καταρρίπτονται, αφού τα παγκόσμια περιβαλλοντικά προβλήματα, όπως η κλιματική αλλαγή, η όξινη βροχή, η αποψίλωση δασών έχουν αντίκτυπο, όχι μόνο τοπικά, αλλά παγκόσμια. Η Παγκόσμια Περιβαλλοντική Εκπαίδευση επιδιώκει με αυτήν την ιδέα την ευαισθητοποίηση των μαθητών, ώστε να κατανοήσουν ότι το παγκόσμιο πρόβλημα ενυπάρχει στο τοπικό εστιάζοντας στο γεγονός της πολυπαραγοντικότητας του ζητήματος δίνοντας έμφαση στους κοινωνικούς, οικονομικούς και πολιτικούς παράγοντες. Η εκπαιδευτική προσέγγιση επιτυγχάνεται με την ολιστική μέθοδο, αφού αγγίζονται πτυχές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως αυτή της ειρήνης, της δικαιοσύνης της ασφάλειας, της αλληλεγγύης και της ισότητας, τονίζοντας με αυτόν τον τρόπο την ιδιαίτερα ιδιότυπη και δυναμική σχέση ανάμεσα στα πεδία της εκπαίδευσης στα περιβαλλοντικά προβλήματα και τον αειφορικό προσδιορισμό τους (Selby, 2000). Πραγματώνοντας την Παγκόσμια Π.Ε, πετυχαίνει κανείς να έχει λόγο μέσα στην παγκόσμια κοινότητα και να διαδραματίζει ενεργό ρόλο στις παγκόσμιες εξελίξεις, αφού άνθρωποι και γεγονότα αλληλεπιδρούν. Βασικό στοιχείο είναι η μάθηση μέσω της δράσης, η δράση τόσο σε τοπικό επίπεδο όσο και σε παγκόσμιο. Η δράση ενισχύεται από την ενημέρωση και τη διάδοση της πληροφορίας που παρέχεται και από τον ιστοχώρο, δημιουργώντας έτσι έναν κοσμοπολίτικο ανοιχτό διάλογο, όπως έχει χαρακτηριστεί, ανάμεσα στα άτομα παγκοσμίως, καθώς τους δίνεται η δυνατότητα, ανά πάσα στιγμή, να επικοινωνούν, να σχολιάζουν, να ανταλλάσσουν απόψεις και να κινητοποιούνται συλλογικά, συμβάλλοντας και αυτοί στην αλλαγή. Οι πολλές μορφές της Π.Ε την καθιστούν συναρπαστική, καθώς οι ερμηνείες της είναι πολυσήμαντες και πολυδιάστατες. Η νοηματοδότησή της σηματοδοτεί την καίρια θέση που πρέπει να κατέχει μέσα στο βασικό σώμα του εκπαιδευτικού προγράμματος, αφού είναι η πιο κατάλληλη για να εμπνεύσει μαθητές και δασκάλους, μέσα από μια ουσιαστική επικοινωνία, να δουν τον αληθινό κόσμο, μέσα από το χώρο της εκπαίδευσης, απελευθερωμένο από τον δογματισμό και τα πρέπει του παραδοσιακού σχολείου. Δίνοντας βήμα στην έκφραση και στον διανοητικό πλουραλισμό μέσα από την αξιοποίηση των προγραμμάτων της, «είναι σαν να ζεις τα πάντα, όπως είπε ένας μαθητής (Βαρλάγκα et al., 2017).

Η ΕΑΑ και τα μηνύματά της

Η ΕΑΑ άρχισε να ξεδιπλώνεται κοντά στις ρίζες της Π.Ε και θεωρείται στις μέρες μας η μετεξέλιξη της. Το στοιχείο που προστέθηκε στους κόλπους της ήταν η ανάπτυξη, μια απαίτηση των καιρών. Έτσι, η ΕΑΑ ενσαρκώνει όλο το θεωρητικό πλαίσιο της Π.Ε, αφομοιώνοντας όλες τις διεργασίες που συνέβαλαν στην δημιουργία της με σκοπό μεγαλύτερες αλλαγές στον χώρο της εκπαίδευσης. Η ΕΑΑ κρίθηκε ως ο σημαντικότερος θεσμός προκειμένου να μπορέσει να καθοδηγήσει και να  κατευθύνει την Αειφόρο Ανάπτυξη. Η Αειφορία λογίζεται στις μέρες μας ίσως η βασικότερη ρυθμιστική αρχή της εκπαίδευσης, αφού εμπεριέχει στο σύνολο της εξ ολοκλήρου αξίες (Gough, 2005). Όσον αφορά στην μορφή της ΕΑΑ ως εκπαιδευτικής διαδικασίας σίγουρα δεν διδάσκεται, αλλά ανακαλύπτεται, αναζητείται, διερευνάται, δεν επιβάλλεται, προκύπτει από θέσεις, που προέρχονται με την σειρά τους από συγκρουσιακές και αντιτιθέμενες απόψεις, παραγόμενες από δημοκρατικές διαδικασίες (Λιαράκου & Φλογαΐτη, 2007). Συνεπώς, το αποτέλεσμά της δεν μπορεί να είναι προκαθορισμένο, καθώς συνέχεια ανασυγκροτείται, αναδομείται και κάθε φορά επαναπροσδιορίζεται. Όμως, ο βασικός της στόχος είναι σαφής και καθορισμένος και κεφαλαιοποιείται στη διάπλαση πολιτών ικανών να διαπραγματεύονται και  να σχεδιάζουν το μέλλον τους σε έναν κόσμο ειρηνικό, όπου αυτοί θα θέτουν τους όρους της αειφορίας στο πλαίσιο του ήθους και των αξιών. Θα ακολουθούν ένα όραμα που βασίζεται στην διαγενεακή αλληλεγγύη, στην προάσπιση της οικολογίας και την επικράτηση της κοινωνικής δικαιοσύνης. Θα γίνονται αρωγοί για έναν κόσμο δίκαιο, χωρίς διακρίσεις και κοινωνικές ανισότητες, με ίσες ευκαιρίες στη ζωή. Η μετάγγιση του περιεχομένου της Αειφορίας στους εκπαιδευόμενους είναι το στοίχημα τα τελευταία χρόνια της εκπαίδευσης. Η ΕΑΑ πλαισιώνεται από μεθοδολογικές προσεγγίσεις που στηρίζονται στις Κριτικές θεωρίες της μάθησης που θεμελιώνουν την Νέα Αγωγή και περιθωριοποιούν τον ακραίο Ορθολογισμό, υπαίτιο για την οικολογική κρίση. Η καλλιέργεια του περιβαλλοντισμού, η ευαισθητοποίηση για τον πολυδιάστατο χαρακτήρα των θεμάτων της EΑΑ, η συνειδητοποίηση της ευθύνης, ατομικής και συλλογικής, η ανάπτυξη δεξιοτήτων και κριτικής στάσης με την ενίσχυση της πεποίθησης για συμμετοχή στη διαμόρφωση του κόσμου και η ενθάρρυνση για ανάληψη δράσης είναι τα βασικά στοιχεία που αναφέρονται ως στόχοι της ΕΑΑ (Φλογαΐτη & Δασκολιά, 1998).

 Οι στόχοι αυτοί παίρνουν υπόσταση, όταν εξειδικεύονται σε συγκεκριμένους πλέον παιδαγωγικούς στόχους με γνωστική, αξιακή και διαδραστική βάση: Μαθαίνουμε  πώς να μαθαίνουμε, να ενεργούμε, να υπάρχουμε και να συνυπάρχουμε. Τα μέσα και τα εργαλεία βρίσκονται σε παιδαγωγικές τεχνικές, όπως το project, o εννοιολογικός χάρτης, η μελέτη πεδίου, η πειραματική μέθοδος, η αντιπαράθεση απόψεων, το παιχνίδι ρόλων, η αξιοποίηση των ΤΠΕ κ.ά, μέσα από τις οποίες ο εκπαιδευόμενος λειτουργεί ομαδοσυνεργατικά, σκέπτεται κριτικά και οδηγείται σταδιακά στην ανακάλυψη της γνώσης με τρόπο βιωματικό. Η ΕΑΑ, ως μια εκπαιδευτική διαδικασία, επικυρώνει το γεγονός της αλλαγής στην εκπαιδευτική διαδικασία μέσα από την στοχοθεσία της, αλλά και το όραμά της, δηλώνοντας τόσο έντονα την αναγκαιότητα για την προσάρτησή της στο βασικό πρόγραμμα Σπουδών. Άλλωστε, ποια άλλη μορφή εκπαίδευσης θα μπορούσε να αφομοιωθεί τόσο αρμονικά σε όλα τα επιστημονικά αντικείμενα και να δώσει νέα πνοή στον χώρο της εκπαίδευσης; Σίγουρα μπορεί οι συνθήκες ακόμα στην ελληνική εκπαίδευση να μην έχουν ωριμάσει στο βαθμό που θα περίμενε κανείς για την ένταξή της , όμως η εγγενής αξία της θα της προσδώσει την αρμόζουσα θέση, έτσι ώστε να πεισθούν οι πολιτικές ηγεσίες, για την αναδιαμόρφωση των εκπαιδευτικών στρατηγικών σε ουσιαστικές εκπαιδευτικές πολιτικές, που δίνουν βήμα και έκφραση σε μαθητές και εκπαιδευτικούς, καταρρίπτοντας τις ελιτίστικες αντιλήψεις γνωσιοκρατίας.

Αντί επιλόγου

Η εκπαίδευση μεταμορφώνει τις κοινωνίες και διαμορφώνει το μέλλον μας. Ας δράσουμε με ευθύνη έναντι των επόμενων γενεών, αφού «όλοι είμεθα εντός του Μέλλοντός μας» .

 

Βιβλιογραφία

  • Freire, P. (2018). Pedagogy of the oppressed. Bloomsbury publishing USA.
  • Kagawa, F., & Selby, D. (2010). Education and climate change: Living and learning in interesting times (Vol. 30). Routledge.
  • Selby, D. (2000). Global education as transformative education. ZEP: Zeitschrift Für Internationale Bildungsforschung Und Entwicklungspädagogik, 23(3), 2–10.
  • UNESCO (1980) “Environmental Education in the Light of Tbilisi Conference” Paris.
  • UNESCO-UNEP IEEP, EE Series No 15 “A problem-solving approach to Environmental Education”, 1985.
  • Βαρλάγκα, Ά., Κουτσογιάννη, Γ., & Χατζησταύρου, Η. (2017). Η αξιολόγηση στην περιβαλλοντική εκπαίδευση μέσα από την ανάλυση των πρακτικών των πανελληνίων συνεδρίων της ΠΕ ΕΚ. ΠΕ.
  • Λιαράκου, Γ., & Φλογαΐτη, Ε. (2007). Από την περιβαλλοντική εκπαίδευση στην εκπαίδευση για την αειφόρο ανάπτυξη. Αθήνα: Νήσος.
  • Παπαδημητρίου, Β. (2005). Ο Κονστρουκτιβισμóς στις Φυσικές Επιστήμες του σχολείου και στην Περιβαλλοντική Εκπαίδευση Στο: Α. Γεωργóπουλος,(Επιμ.). Περιβαλλοντική Εκπαίδευση. Ο Νέος Πολιτισμός Που Αναδύεται, 393–420.
  • Παπαδημητρίου, Β. (1999). 1ο Πανελλήνιο Συνέδριο για την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση. Αναζητώντας Την Ταυτότητα Και Τις Προοπτικές Της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Στον 21ο Αιώνα, 97–100.
  • Φλογαΐτη, Ε., & Δασκολιά, Μ. (1998). Περιβαλλοντική εκπαίδευση. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
  • Χρυσαφίδης, Κ. (1994). Βιωματική-επικοινωνιακή διδασκαλία. Αθήνα: Gutenberg.

 

* Ο Ανάργυρος Αλμπέρτος είναι μαθηματικός MSc, καθηγητής στη Σχολή Ι.Μ.Παναγιωτόπουλου.