της Τιτίκας Σάλλα*
Ο άνθρωπος στην πορεία και την προσπάθειά του να επιβιώσει σε ατομικό και ομαδικό επίπεδο μέσα στο ζωτικό του περιβάλλον, ανέπτυξε ικανότητες και δεξιότητες που του έδωσαν δυνατότητες να αποκτήσει τεχνικές, ώστε να δημιουργεί, να παράγει, να κατακτά και να προχωρά προς τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσής του, αλλά και προς μια συνεχή εξέλιξη των επιδιώξεων και επιτευγμάτων του. Η εμπέδωση της γνώσης του, μέσα από το τι, το γιατί, και το πώς, είναι σημαντικότατη στη συνέχιση της διαδρομής του. Η μεταβίβαση της γνώσης αυτής και της εμπειρίας, η οποία αφομοιώνεται, μεταβιβάζεται και χρησιμοποιείται από γενιά σε γενιά, θεμελιώνει την εκπαιδευτική διαδικασία.
Ο Πλούταρχος, (45-120 μ.X) στο Περί παίδων αγωγής, αναφορικά με την εκπαιδευτική διαδικασία και την ανάπτυξη της Αρετής, που, κατά τη γνώμη μου, αναφέρεται στην προσωπικότητα του νέου ανθρώπου, σε αυτό δηλαδή που στοχεύει και σήμερα η εκπαίδευση, γράφει: «σχετικά με την αγωγή… πρέπει να εξετάσουμε (το θέμα της αρετής) από όλες τις πλευρές. Με τον ίδιο τρόπο που συνηθίζουμε να αντιλαμβανόμαστε τις τέχνες και τις επιστήμες.[ …] απαιτείται η συνδρομή τριών ιδιοτήτων: Της φύσης, του λόγου και της συνήθειας». Και εξηγεί: «Με τη λέξη λόγο εννοώ τη μάθηση. Με τη λέξη «έθος» την άσκηση διότι οι θεμελιώδεις αρχές της αρετής σχετίζονται με τη «φύση» του ανθρώπου. Η δυνατότητα της εξέλιξης μπορεί να επιτευχθεί μέσω της μάθησης, η έμπρακτη εφαρμογή συνδέεται με τη συστηματική μελέτη, ενώ η κορύφωσή της εξαρτάται από όλα τα παραπάνω… διότι η ανθρώπινη φύση, χωρίς την απαιτούμενη μάθηση είναι τυφλή, η έννοια της μάθησης δεν έχει λόγο ύπαρξης, αν δεν ολοκληρώνει την ανθρώπινη φύση και η άσκηση δεν μπορεί να ολοκληρωθεί, χωρίς αμφότερα τα άλλα»[1]. Με πολύ λακωνικό αλλά εξόχως περιεκτικό τρόπο, το πώς της μάθησης διατυπώνεται τον 6ο αιώνα π.Χ. από τον Lao-Tse, ως η πρώτη ενεργητική πρόταση με τη φράση: «Αν μου μιλήσεις θα ακούσω. Αν μου δείξεις, θα δω. Αλλά, αν μου δώσεις την ευκαιρία να αποκτήσω εμπειρία, θα μάθω».
Στην ολοκλήρωση της ανθρώπινης φύσης-προσωπικότητας, όπως έχει αναφερθεί σε διάφορες χρονικές στιγμές από πλήθος παιδαγωγών και επιστημόνων που ασχολούνται με το παιδί, σημαντικότατο ρόλο, από την προσχολική ακόμη ηλικία, έχει η αγωγή μέσω των τεχνών. Ως προ-ρηματική και μη -ρηματική η ενασχόληση με την τέχνη συμβάλλει καίρια στην καλλιέργεια του «λόγου», δηλαδή, σύμφωνα με τον Πλούταρχο, στη μάθηση, αλλά και του κριτικού λόγου, της κριτικής και δημιουργικής σκέψης, σύμφωνα με τους σύγχρονους μελετητές των παίδο-επιστημών. Ο όρος τέχνη, είναι πρόδηλος των παραπάνω. Προέρχεται από το ρήμα τίκτω που σημαίνει γεννώ και αναφέρεται στην εξειδίκευση και εκτέλεση ορισμένου τύπου χειρωνακτικού έργου, στην ικανότητα, την επιδεξιότητα, τη μαστοριά και στη δημιουργία αισθητικών αντικειμένων, αλλά και στην έκφραση με άμεσες ή έμμεσες δράσεις. Στις λατινογενείς γλώσσες, η λέξη art, είναι συνώνυμη της δεξιότητας.
Η παιδεία γενικά και η καλλιτεχνική παιδεία ειδικότερα ήταν και είναι θέμα κοινωνικών προϋποθέσεων και συνθηκών. Οι ίδιες οι τέχνες, καθώς και το σύστημα διδασκαλίας τους, αντανακλούν τις κοινωνίες μέσα στις οποίες λειτουργούν. Σε ορισμένες παλαιότερες κοινωνίες, η αποδοχή της σπουδής και της επαγγελματικής άσκησης των τεχνών θεωρούνταν προνόμιο της ανώτερης κοινωνικής τάξης. Σε άλλες πάλι η τέχνη εκλαμβανόταν ως ενασχόληση των σκλάβων ή κατάλληλη μόνο για τα παιδιά των ήδη εν ενεργεία τεχνιτών.
Οι κυρίαρχες μέθοδοι διδασκαλίας σε μια δεδομένη εποχή μπορεί να αποκαλύψουν γι’ αυτήν όσα και τα ίδια τα έργα τέχνης. Γνωρίζουμε ότι η εκπαιδευτική αντίληψη με στόχο την «καλή ζωή» στην αρχαιότητα εστιάστηκε στην ανάπτυξη ολόκληρης της προσωπικότητας. Το «νοῦς ὑγιής ἐν σώματι ὑγιεῖ», αγωγή που αφορούσε τη σωματική, πνευματική, αισθητική και ηθική στάση του εκπαιδευόμενου, εκφράστηκε μέσω της μίμησης της φύσης και η αντιγραφή ως διδακτική μέθοδος ήταν σχεδόν καθολική κατά την περίοδο αυτή. Μάλιστα ο Πλάτων που ως γνωστόν εκτός από τη μουσική αντιμαχόταν όλες τις άλλες τέχνες και ιδιαίτερα τις εικαστικές ως μιμήσεις και παραγωγές ψευδών εικόνων, σε ό,τι αφορούσε την εκπαίδευση των νέων ανθρώπων υποστήριζε ότι με τη μίμηση, μέσα από τους άριστους καλλιτέχνες, οι τέχνες μπορούν, μέσω των αισθήσεων, να εισαγάγουν στην ψυχή των παιδιών τις καθαρές μορφές πολύ πριν ωριμάσει σε αυτά η δύναμη του λόγου. Δεδομένου ότι οι εντυπώσεις, που διαμορφώνονται κατά την παιδική ηλικία είναι σταθερές και διαρκείς, η ηθική διαπαιδαγώγηση μπορεί να αρχίζει με την έκθεση του παιδιού σε καλά έργα τέχνης. Έτσι, υποστήριζε: «[…] θα ‘πρεπε απεναντίας να ζητούμε να βρούμε δημιουργούς, που να είναι προικισμένοι, ικανοί να ανιχνεύουν τη φύση του καλού και του ωραίου, ώστε οι νέοι μας, ζώντας σαν μέσα σ’ έναν τόπο υγιεινό, να ωφελούνται από το κάθε τι με το να δέχονται και με τα μάτια και με την ακοή εντυπώσεις από όμορφα πάντα έργα, όπως από τους υγιεινούς τόπους την αύρα της υγείας, και έτσι ευθύς από την παιδική ηλικία να οδηγούνται ανεπαίσθητα στην αγάπη και τη μίμηση του καλού και στην τέλεια αφομοίωση μαζί του; Αυτός πραγματικά θα ήταν ο καλύτερος τρόπος της ανατροφής τους.» (Πολιτεία Γ΄, 401d). [2]
Στον 20ο αιώνα στοχαστές όπως ο Sir Herbert Read (1893-1968, ειρηνιστής, ποιητής, κριτικός και φιλόσοφος της τέχνης, υποστήριξε ότι οι εικόνες που εμφανίζονται στην παιδική τέχνη είναι αυθόρμητες επεξεργασίες της φαντασίας, δημιουργικές εκφράσεις μέσα από το χρώμα, τη γραμμή, τους ήχους και τις λέξεις και συμβάλλουν στη διαδικασία της προσωπικής ολοκλήρωσης του παιδιού. Μία διαδικασία που παραποιείται από τον σύγχρονο πολιτισμό και τη σύγχρονη εκπαίδευση. Για την ανάκτηση της χαμένης αρμονίας και της ειρήνης του ατόμου, ο Read θεωρούσε αναγκαία την ανάκαμψη της συναισθηματικής συμπεριφοράς του οργανισμού και αυτό πίστευε ότι οφείλει να το παρέχει η καλλιτεχνική παιδεία και να αποτελεί τον κύριο σκοπό της. Στο κείμενό του Education through art (1943) με έναν «καταγγελτικό» λόγο γράφει: «Οι γιγάντιες καταστροφές που μας απειλούν δεν είναι στοιχειώδη συμβάντα φυσικού ή βιολογικού είδους, αλλά ψυχικά γεγονότα. Απειλούμαστε με έναν τρομακτικό τρόπο από πολέμους και επαναστάσεις που δεν είναι τίποτε άλλο από επιδημίες της ψυχής… Το μυστικό όλων των συλλογικών μας ασθενειών είναι ο καθορισμός της καταστολής της αυθόρμητης δημιουργικής ικανότητας του ατόμου… Η καταστροφικότητα είναι το αποτέλεσμα της ζωής που δεν έχει ζήσει!»[3] . Ακόμη, στο The Meaning of Art (1931) αναφέρει: «Η μόνη αμαρτία είναι η ασχήμια… Γι’ αυτό πιστεύω ότι η τέχνη είναι πολύ σημαντικότερη και από τα οικονομικά και από τη φιλοσοφία. Είναι το άμεσο μέτρο του πνευματικού οράματος του ανθρώπου».[4]
Και δεν είναι η μόνη φωνή αυτή του Read που μιλάει για την αρμονία του ανθρώπου μέσα από την ισόρροπη ανάπτυξη του πνευματικού με τον συναισθηματικό του κόσμο. Σε όλες τις εποχές, από τους αρχαίους χρόνους ως τις μέρες μας, ο χώρος των τεχνών, η δημιουργική ενασχόληση με αυτές, έρχεται να συμβάλει, να συνδράμει, να στηρίξει, την προσπάθεια του ανθρώπου να κερδίσει τη ζωή. Αξίζει να σημειωθεί ότι, ανεξάρτητα από τους στόχους, που κάθε φορά, στα διάφορα χρονικά πλαίσια, θέτει η κοινωνία και στους οποίους έρχεται να ανταποκριθεί το εκπαιδευτικό σύστημα με τον προγραμματισμό και τις ιεραρχήσεις του, οι τέχνες έχουν και πρέπει να έχουν έναν σημαίνοντα ρόλο. Άλλωστε, δεν είναι αμελητέο ότι σε καιρούς έντονων κοινωνικοοικονομικών κρίσεων, ανάλογων αυτής που βιώνουμε και εμείς τώρα στον τόπο μας, η εστίαση των προγραμμάτων στο θέμα της τέχνης έδωσε προοπτική και λύσεις. Γνωστό είναι το πρόγραμμα που συστήθηκε στην OWATONNA της Minnesota, που φέρει και το όνομά της, και το οποίο πραγματοποιήθηκε μεσούσης της μεγάλης οικονομικής κατάρρευσης των ΗΠΑ με το κραχ του 1929. Με έμφαση στα προβλήματα της καθημερινής ζωής, η διδασκαλία στην τέχνη συσχετίστηκε με άλλους γνωστικούς τομείς. Επιδίωξη του προγράμματος ήταν μια ενοποιημένη σχολική εμπειρία, έξω από τα παραδοσιακά εκπαιδευτικά όρια, σπάζοντας το πλαίσιο που περιόριζε τα μαθήματα. Το αποτέλεσμα ήταν η ουσιαστική συμβολή του τόσο στην εξέλιξη της αμερικάνικης τέχνης όσο και στην ανάπτυξη του αμερικανικού design.
Σε μεγάλο μέρος των έμβιων όντων και φυσικά στον άνθρωπο, απ’ όλες τις αισθήσεις η όραση έχει κεντρική και δεσπόζουσα θέση στον τρόπο που βλέπει και αντιλαμβάνεται, στον τρόπο που κατανοεί τον κόσμο. Δεσπόζει ακόμη και στο ρηματικό λεξιλόγιο, με πληθώρα φράσεων κοινής χρήσεως που τονίζουν την πρωτοκαθεδρία της όρασης, με λέξεις που αφορούν από τα πιο πραγματικά αντικείμενα μέχρι τα πιο θεωρητικά και αφηρημένα θέματα. Η σκέψη, μάλιστα, συνδέεται με οπτικές μεταφορές, όπως: η παρατήρηση ευνοεί τα οπτικά δεδομένα, το φαινόμενο ρίχνει φως, φωτίζω, διαφωτίζω, ενόραση, αντανάκλαση, διαύγεια, επισκόπηση, οπτική, άποψη, σύνοψη, διορατικός. Λέξεις, επίσης, που συνδέονται με τη σκέψη και έχουν σχετικές οπτικές ρίζες, όπως ιδέα, θεωρία, θεώρηση, θεός, λαμπρός, φαεινός. Μεταξύ των αισθήσεων, ο Πλάτων έδωσε προτεραιότητα στην όραση. Ο δε Αριστοτέλης, ιεραρχώντας τις πέντε αισθήσεις, τοποθέτησε την όραση πάνω από όλες: «από όλες τις αισθήσεις να εμπιστεύεσαι μόνο την όραση» έγραψε. Και οι δύο φιλόσοφοι συνέδεσαν στενά την όραση και τη λογική. Σήμερα, περισσότερο παρά άλλοτε, κατακλυζόμαστε από εικόνες, βιώνουμε τον οπτικό πολιτισμό, με τον καταιγιστικό βομβαρδισμό των εικόνων, με την ταχύτατη εξέλιξη της ηλεκτρονικής τεχνολογίας και την υπερβολική χρήση της από τους νέους ανθρώπους και περισσότερο μάλιστα από αυτούς της μικρής ηλικίας. Οι νέοι, επομένως, πρέπει να εκπαιδευτούν στη σημασία και τη νοηματοδότηση της εικόνας ως εργαλείου έκφρασης και επικοινωνίας που ούτως ή άλλως πάντα ήταν, να ασκηθούν στην αποκωδικοποίησή της, στα μηνύματα τα φανερά ή τα κεκαλυμμένα που εκπέμπει, ώστε να μην μείνουν εκτεθειμένοι στις διαβρωτικές επιρροές της χωρίς το εφόδιο της κριτικής επεξεργασίας και της επωφελούς χρήσης της. Τον ρόλο αυτής της εκπαιδευτικής διαδικασίας καλύπτει, κατά ένα μεγάλο μέρος, η παιδαγωγική, η διδασκαλία της τέχνης με τη μυητική δυνατότητα, που έχει τόσο σε παλαιούς κώδικες με ιστορικές αναφορές και βιωματικές εμπειρίες μέσα από τη δημιουργική εμπλοκή τους με αυτούς, όσο και στα σύγχρονα ηλεκτρονικά μέσα και στο παραγόμενο από αυτά έργο. Τα μέσα αυτά μπορούν και εντάσσουν και παλαιούς κώδικες σε σύγχρονους χειρισμούς και μορφές έκφρασης, που δεν έχουν πάντα ένα ευρύ φάσμα θεατών, το οποίο να μπορεί να ανταποκριθεί ως δέκτης του μηνύματος που εκπέμπουν. Πρέπει, επομένως, να λάβει χώρα η κατάλληλη προετοιμασία μέσα από τη διδασκαλία της τέχνης, ώστε να υπάρχει ο θεατής κοινωνός, αλλά και ο δημιουργός πομπός, που θα συλλάβει, θα παραγάγει και θα επικοινωνήσει μηνύματα, συναισθήματα, τον ψυχικό του κόσμο, μέσω της εικόνας του.
Πολλές είναι οι αναφορές που μπορούν να γίνουν σε προγράμματα τέχνης, μέσα στον κορμό της γενικής ή επαγγελματικής εκπαίδευσης, και σημαντικές είναι οι αλλαγές και οι μετατοπίσεις στους στόχους της καλλιτεχνικής παιδείας, συνδεδεμένες, στην πλειοψηφία τους, με τα κοινωνικά συμφραζόμενα, που φέρνουν οι οικονομικές και τεχνολογικές εξελίξεις. Το σημαντικό είναι ότι, όποτε και όπως κι αν λειτούργησε η διδασκαλία της τέχνης, υπήρξε φάρος σηματοδότησης λύσεων σε προβλήματα κοινωνικού περιεχομένου, τόσο μεγάλων αλλαγών και προσαρμογών, όσο και καθημερινότητας, αλλά κύρια ήταν η συμβολή της με το ενδιαφέρον της στραμμένο στη δόμηση της προσωπικότητας του νέου ανθρώπου. Η εκπαίδευση εκκολάπτει τις κοινωνίες του μέλλοντος. Όσο πιο μεγάλο βάρος δίνει στην ολοκληρωμένη προσωπικότητα των μελών των μαθητικών κοινοτήτων τόσο τα κοινωνικά αποτελέσματα που επιτυγχάνονται είναι θετικότερα, στη στελέχωση μια υγιούς κοινωνίας που δημιουργεί συνθήκες ευημερίας των πολιτών της.
*H Τιτίκα Σάλλα είναι ζωγράφος, ομότιμη καθηγήτρια της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών.
Σημειώσεις
[1] Πλούταρχος Περί παίδων αγωγής, κεφ. 4c «περί δε της αγωγής… Καθόλου μὲν εἰπεῖν, ὃ κατὰ τῶν τεχνῶν καὶ τῶν ἐπιστημῶν λέγειν εἰώθαμεν,…τρία ει̃ συνδραμει̃ν, φύσιν καί λόγον και ἒθος «καλῶ δὲ λόγον μὲν τὴν μάθησιν, ἔθος δὲ τὴν ἄσκησιν , εἰσὶ δ’ αἱ μὲν ἀρχαὶ τῆς φύσεως, αἱ δὲ προκοπαὶ τῆς μαθήσεως, αἱ δὲ χρήσεις τῆς μελέτης, αἱ δ’ ἀκρότητες πάντων καθ’ ὃ δ’ ἂν λειφθῇ τούτων.. ἡ μὲν γὰρ φύσις ἄνευ μαθήσεως τυφλόν, ἡ δὲ μάθησις δίχα φύσεως ἐλλιπές, ἡ δ’ ἄσκησις χωρὶς ἀμφοῖν ἀτελές».
[2] Πλάτων Πολιτεία Γ΄, 401d, Αθήνα, Ζαχαρόπουλος, «ἀλλ’ ἐκείνους ζητητέον τοὺς δημιουργοὺς τοὺς εὐφυῶς δυναμένους ἰχνεύειν τὴν τοῦ καλοῦ τε καὶ εὐσχήμονος φύσιν, ἵνα ὥσπερ ἐν ὑγιεινῷ τόπῳ οἰκοῦντες οἱ νέοι ἀπὸ παντὸς ὠφελῶνται, ὁπόθεν ἂν αὐτοῖς ἀπὸ τῶν καλῶν ἔργων ἢ πρὸς ὄψιν ἢ πρὸς ἀκοήν τι προσβάλῃ, ὥσπερ αὔρα φέρουσα ἀπὸ [401d] χρηστῶν τόπων ὑγίειαν, καὶ εὐθὺς ἐκ παίδων λανθάνῃ εἰς ὁμοιότητά τε καὶ φιλίαν καὶ συμφωνίαν τῷ καλῷ λόγῳ ἄγουσα; Πολὺ γὰρ ἄν, ἔφη, κάλλιστα οὕτω τραφεῖεν».
[3] Herbert Read,1943, Education through art , N.Y. Pantheon
[4] Herbert Read, 1931, The Meaning of Art, Λονδίνο, Faber& Faber
Βιβλιογραφία
Πλούταρχος, Ηθικά, Περί παίδων αγωγής, 4c
Πλάτων Πολιτεία Γ΄, 401d, Αθήνα, Ζαχαρόπουλος
Herbert Read,1943, Education through art , N.Y. Pantheon
Herbert Read, 1931, The Meaning of Art, Λονδίνο, Faber& Faber
Gombrich, Ernst H (1977): Art and Illusion: A Study in the Psychology of Pictorial Representation. London: Phaidon